Κυριακή, Δεκεμβρίου 07, 2008

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗ / 25 :
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ,
ΚΑΙ Η ΕΝΟΡΙΑ
ΤΩΝ ΠΕΘΑΜΕΝΩΝ..




Απο την Παρασκευή το απόγευμα που βγήκα απ’ το Νοσοκομείο με «άδεια» για το Σαββατοκύριακο, δέν μπορώ να ησυχάσω.

Τριγυρίζω στους Εσπερινούς της ενορίας μου μισότρελλος, ψάχνοντας να βρώ ΕΝΑΝ έστω, παλιό γνωστό της εξαφανισμένης Αχλαδούλας. Για να συζητήσω, να ΜΑΘΩ... Να πάρω την οποιαδήποτε πληροφορία για να γεμίσω αυτό το κενό των 15 χρόνων μέσα μου..

Αλλα ΔΕΝ βρίσκω κανέναν..

Η παλιά «νεολαία» της ενορίας, σήμερα έχει μετατραπεί σε ένα σύνολο απο οικογένειες που σκόρπισαν. Έφυγαν απο τα Πατήσια, αναζητώντας καλύτερη ζωή στα διάφορα Προάστεια, όπως πχ το Νέο Ηράκλειο που φιλοξενεί τώρα την Αχλαδούλα...

Έφυγαν... κι’ άφησαν πίσω τους μιά ΠΕΘΑΜΕΝΗ ΕΝΟΡΙΑ..

Κι’ εμένα με τσακισμένη ψυχή πιά, να κάθομαι στην Εκκλησία και να αναρωτιέμαι ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΜΑΙ και τί γυρεύω ανάμεσα στα γερόντια, τους Αλβανούς, και τις Ρωσσίδες..

Βγαίνουν οι παππάδες και κάνουν την «έξοδο» στο κέντρο του Ναού, σηκώνομαι όρθιος και κοιτάζω τον κόσμο γύρω μου, και νιώθω ολότελα ΞΕΝΟΣ, σε τόπο ψόφιο, που δέν υπάρχει ένα γνώριμο πρόσωπο να μου ζεστάνει την ψυχή...

Πώς να την χωνέψω αυτή την κατάσταση...
Δέν παλεύεται.
Είναι πληγή που αιμορραγεί μέχρι θανάτου..

__ «Πώς πήγε το τμήμα σκακιού του Πνευματικού Κέντρου;», ρώτησα έναν ιερέα μας.
__ «Αρχίσαμε την περασμένη εβδομάδα. Ήρθαν 3 παιδάκια...»
__ «Γιατί δέν το διαφημίζετε στα Κατηχητικά, που υπάρχουν παιδιά;»
__ «Έεεε... χμμ... ποιά κατηχητικά; ΤΟ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟ ΕΧΕΙ 7 ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΝΟ !», είπε, κι’ έμεινα εμβρόντητος...

Το κατηχητικό που θυμάμαι εγώ, ακόμα και στον καιρό της Αχλαδούλας, έσφυζε απο παιδιά και νεολαία.. Τώρα, μοιάζει με πτώμα πιά, που έχει απομείνει μόνο ο σκελετός για να θυμίζει πως κάποτε κάτι έζησε εκεί πέρα...

Και η ζωή προχωράει...
Τα Πατήσια γίνονται ΓΚΕΤΟ μεταναστών, και οι Αθηναίοι σκορπίζουν στα γύρω προάστεια. Είναι αναπόφευκτο. Ποιός θα καθήσει ΕΔΩ, να μεγαλώσει το παιδί του δίπλα στους μαχαιροβγάλτες;

Η Αχλαδούλα έκανε σωστά που έφυγε.. Το ίδιο θα έπρεπε να κάνω κι’ εγώ. Αλλα ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ, για οικονομικούς λόγους. Και μένω εδώ. Μόνος, σε μιά ενορία ΝΕΚΡΗ απο ζωή πιά...

Αυτά σκεφτόμουνα στην Εκκλησία την Παρασκευή το απόγευμα..
ΔΕΝ ΕΧΩ ΕΝΟΡΙΑ πιά !..
ΔΕΝ έχω ανθρώπους !
Μοιάζει να είναι το ΤΙΜΗΜΑ για την οικονομική μου αποτυχία στη ζωή μου.
Μιά κόλαση..


----


Απόψε, Σάββατο απόγευμα, καθόμουνα στον Εσπερινό και ένιωθα την ίδια παγωμάρα..

Στον άμβωνα, στεκότανε Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ, ο πρώην Πνευματικός της Αχλαδούλας, ο άνθρωπος που εμπνεύστηκε την πολιτκή της ΚΑΜΜΙΑΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ανάμεσα σ’ αυτήν και εμένα..

Τί να τον κάνω τώρα;

Τί μπορεί να μου ξαναφέρει πίσω;;
Εξάλλου... κι΄ εκείνος ΕΦΥΓΕ, πρώτος απ’ όλους, για τη Μητρόπολή του..

Κουρασμένος, περίμενα το τέλος του Εσπερινού μπάς και καταφέρω να του μιλήσω. Να τον ρωτήσω τί έκανε γι’ αυτό που του είχα ζητήσει πρίν 2 μήνες, να βοηθήσει να ΞΑΝΑΜΙΛΗΣΩ με την Αχλαδούλα. ( διαβάστε την «Ανάσταση / 7» )

Έπιασα μιά άδεια καρέκλα μπροστά στο Ιερό, και περίμενα σκεφτικός.. Στην πραγματικότητα, δέν υπήρχε λόγος να τον ρωτήσω για αυτό το ζήτημα, αφού το προχωράω ήδη απο άλλες κατευθύνσεις. Ήθελα όμως να του μιλήσω, για να μήν αισθάνεται ότι του κρατάω μίσος και δέν τον αποδέχομαι στην ενορία μας πιά..

Ξαφνικά... τον είδα σε μιά πλάγια πύλη του ιερού, να στέκεται και να μιλάει σε 2 ηλικιωμένες γυναίκες ! Ευκαιρία να τον πετύχω ΜΟΝΟ ΤΟΥ, που τινάχτηκα αμέσως και την άρπαξα απο τα μαλλιά ! Τον πλησίασα, μου χαμογέλασε, του φίλησα το χέρι, και τον ρώτησα «αθώα»:
__ «Τί έγινε με αυτό που σου ζήτησα;»

Περίμενα να τον δώ να έρχεται σε δύσκολη θέση, στριμωγμένος στο ρίγκ της ηθικής, και να αντιδράει με νεύρα εναντίον μου !

Αυτός όμως χαμογέλασε, σκέφτηκε λίγο, και μου είπε με την μεγαλύτερη ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ στο βλέμμα του,
__ «Δέν έκανα τίποτα !...». Σταμάτησε, και με κοίταξε. Του χαμογέλασα. Και συνέχισε :
__ «..Δέν κατάφερα να την εντοπίσω..»
__ «Δέν πειράζει..», του είπα με ζεστή καρδιά.

Με είχε ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΣΕΙ το ύφος του, η ειλικρίνειά του, το χαμόγελό του που χρωμάτιζε το θέμα με όμορφα χρώματα κάνοντάς με να αναθαρρήσω κι’ εγώ, και να αισθανθώ ότι ΖΟΥΣΑ, ότι δέν συναντούσα ΕΝΑΝ ΑΠΑΝΘΡΩΠΟ ΤΟΙΧΟ πιά, αλλα μιά ζωντανή ΨΥΧΗ...!

Εκείνος, προς μεγάλη μου έκπληξη, πήγε ένα βήμα παραπέρα το ζήτημα :

__ «χμμμ... Χτές, είδα τον αδερφό της, αλλα δέν μπόρεσα να του μιλήσω...», είπε, και με κοίταξε. Ήταν φανερό, ότι δέν είχε άλλα να πεί.

__ «Δέν πειράζει!..», του χαμογέλασα, «..σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ !». Κι’ έφυγα, συγκινημένος βαθειά...

Μέσα στην άχαρη ερημιά της ενορίας μου, ένιωσα σάν να ΑΣΤΡΑΨΕ ξαφνικά μιά λάμψη ΖΩΗΣ...

Ειρωνεία της τύχης, το μόνο πρόσωπο που μου ζέστανε την ψυχή εδώ μέσα, να είναι Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΑΣ...

Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ Μητροπολίτης !..

Που, απόψε, ένιωσα για πρώτη μου φορά ΠΩΣ ΤΟΝ ΑΓΑΠΑΩ !!!

Ναί !! Παρά τα όσα μου έκανε, και τα όσα του σέρνω εδώ, στο Ίντερνετ..

Τον αγαπάω πιά.. Και ΤΟ ΑΞΙΖΕΙ...

Κι’ έτσι θα τον υποδέχομαι απο εδώ και πέρα στην ενορία μας, όποτε έρχεται να μας επισκεφθεί..

Σάν τη φλόγα, στο μαύρο μας σκοτάδι..